Κυριακή 6 Μαΐου 2012

«Καλύτερα ένα σπίτι στην κόλαση παρά μια φάρμα στο Βιετνάμ...»



«Καλύτερα ένα σπίτι στην κόλαση παρά μια φάρμα στο Βιετνάμ...»
Τι μπορεί να συνδέει, σκηνές που εκτυλίχθηκαν στη Σαϊγκόν την 30η Απριλίου 1975 με το Μπουένος Άιρες του 2001, καθώς και με συζητήσεις στην Ελλάδα του 2010 - 2012; Η λέξη κλειδί είναι: Ελικόπτερα!

Τετάρτη, 30 Απριλίου 1975: 
Στη Σαϊγκόν, την πρωτεύουσα του Νότιου Βιετνάμ, η ώρα είναι οκτώ το πρωί, όταν στο κτίριο της πρεσβείας των ΗΠΑ ολοκληρώνεται η μεγάλη φυγή - ή μάλλον, φυγάδευση: Οι τελευταίοι εκατό Αμερικανοί σύμβουλοι επιβιβάζονται στα ελικόπτερα και εγκαταλείπουν άρον- άρον την πόλη, αλλά και τη χώρα.

Η επιχείρηση άρχισε την προηγούμενη ημέρα, κατόπιν εντολής του προέδρου Τζέραλντ Φορντ: Ογδόντα ένα ελικόπτερα, με συνεχείς πτήσεις θα απομάκρυναν 1.500 Αμερικανούς και 6.000 Νοτιοβετναμέζους, στελέχη του καταρρέοντος καθεστώτος Θιέου, προτού μπουν στη Σαϊγκόν οι Βιετκόνγκ. Σε κατά συνθήκη «ελικοδρόμια» μετατράπηκαν, ένα πάρκινγκ στο περίβολο της πρεσβείας και η ταράτσα. Την όλη επιχείρηση επέβλεπαν χίλιοι πεζοναύτες, που εστάλησαν στην πόλη για αυτόν ειδικά το λόγο.

Ανάμεσα στους πρώτους που έφυγαν ήταν ο Νοτιοβιετναμέζος αντιπτέραρχος Νγκουγιέν Κάο Κι. Ο ίδιος άνθρωπος, στις 25 Απριλίου λοιδορούσε τους «δειλούς που θέλουν να λακίσουν με τους Αμερικανούς, γιατί φοβούνται τους κομμουνιστές του Βορρά». Στις 30 Απριλίου του 1975, όταν το τελευταίο ελικόπτερο χάνεται στον ορίζοντα, ο πόλεμος του Βιετνάμ λαμβάνει κι επισήμως τέλος. Από ουσιαστικής πλευράς, η έκβασή του είχε κριθεί δυο - τουλάχιστον- χρόνια νωρίτερα.

Αρκετοί σχολιαστές ανά τον κόσμο μνημόνευσαν τα ελικόπτερα της 29ης και 30ης Απριλίου του 1975, κατά το τελευταίο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου 2001. Αρκούσε ένα ελικόπτερο: Αυτό που προσγειώθηκε στην ταράτσα του Προεδρικού Μεγάρου στο Μπουένος Άιρες κι απογειώθηκε με επιβάτη τον πρόεδρο Φερνάντο ντε λα Ρούα. Εκείνη την ώρα, πλήθος διαδηλωτών πολιορκούσε το κτίριο κι ολόκληρο το Μπουένος Άιρες είχε μετατραπεί σε πεδίο μάχης.

Ο ντε λα Ρούα απλώς έσυρε το ...θεσμικό χορό του Ζαλόγγου - στη χώρα του ταγκό. Ήταν ο πρώτος από τους τέσσερις προέδρους της χώρας που αποκαθηλώθηκαν σε χρονικό διάστημα μικρότερο των ... δυο εβδομάδων. Από την 21η Δεκεμβρίου 2001 έως τη 2α Ιανουαρίου 2002. Επρόκειτο για το πασίγνωστο «Argentinazzo», την εξέγερση που οδήγησε τελικά τη χρεοκοπημένη, εξοργισμένη Αργεντινή στην εποχή του Νέστορ Κίρσνερ, απαλλάσσοντάς την από την ακραία - απίστευτα μεγάλη κι απίστευτα εκτεταμένη- φτώχεια, στην οποία την είχαν βυθίσει οι ολέθριες ιδεοληψίες του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.


«Ε, δεν θα αποτυγχάνουμε παντού και πάντα»

«Ταξιδεύοντας» από τη Σαϊγκόν στο Μπουένος Άιρες κι από τα πεδία των «κανονικών» πολέμων σε εκείνα των κοινωνικών, η σημειολογία του ελικόπτερου έφθασε και στα μέρη μας. Μοιραία άρχισε να διανθίζει τις εγχώριες πολιτικές συζητήσεις.

Κάποια στιγμή, πέρσι, στον πειρασμό του παραλληλισμού ενέδωσε και η ιστοσελίδα του CNN: «Ίσως ο Γιώργος Παπανδρέου πρέπει να βεβαιωθεί ότι θα υπάρχει ένα ελικόπτερο που θα τον περιμένει στην ταράτσα του Προεδρικού Μεγάρου για να τον σώσει από τους οργισμένους διαδηλωτές».

Έως ότου διαπιστώσουμε εάν θα χρειαστεί να γίνουν ιπτάμενοι - το «τζέντλεμεν» έτσι ή αλλιώς αμφισβητείται εντόνως - ορισμένοι αστέρες της ημέτερης πολιτικής ελίτ, ας επιστρέψουμε στην 30η Απριλίου 1975: Την ώρα που εγκατέλειπαν τη Σαϊγκόν οι τελευταίοι Αμερικανοί σύμβουλοι, ένα πυκνό σύννεφο από δακρυγόνα κάλυπτε την περιοχή γύρω από το κτίριο της πρεσβείας. Τα έριχναν οι πεζοναύτες, για να αναχαιτίσουν το πλήθος που είχε εισβάλει και πλησίαζε -μάλιστα - στην ταράτσα. Λίγο νωρίτερα, οι πεζοναύτες απωθούσαν όπως μπορούσαν τους Νοτιοβιετναμέζους που είχαν σκαρφαλώσει στη μάντρα της πρεσβείας και κρέμονταν σαν «τσαμπιά», ζητώντας θέση σε κάποιο ελικόπτερο.

Οι Αμερικανοί έφυγαν, το κτίριο λεηλατήθηκε - σχεδόν ισοπεδώθηκε. Επί 15 χρόνια ήταν το σύμβολο της αμερικανικής ισχύος, αλλά κατάντησε να θυμίζει σεισμόπληκτο ερείπιο. Χιλιάδες Νοτιοβιετναμέζοι στρατιώτες, αλλά και αξιωματικοί που ματαίως είχαν ελπίσει νωρίτερα ότι θα μπορούσαν να φύγουν μαζί με τους 6.000 συμπατριώτες τους, άρχισαν να πετούν τις στολές τους προτού καταφθάσουν οι Βορειοβιετναμέζοι.

Οι νικητές Βιετκόνγκ μπήκαν στη Σαϊγκόν αργά το απόγευμα της 30ης Απριλίου 1975, χωρίς να συναντήσουν ουσιαστική αντίσταση. Πλήθη τους επευφημούσαν.

«Έκλεισε ένα κεφάλαιο στην αμερικανική εμπειρία», δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος Φορντ, ο οποίος από τη Νέα Ορλεάνη προσπάθησε με τρόπο μάλλον ... αμήχανα «φιλοσοφικό» να σχολιάσει την ολοκλήρωση της βαρύτατης πολιτικής και στρατιωτικής ήττας που υπέστησαν οι ΗΠΑ στο Βιετνάμ: «Πολλοί φαίνεται να πιστεύουν ότι αν δεν πετυχαίνουμε το καθετί παντού, αυτό σημαίνει ότι δεν πετυχαίνουμε τίποτε και πουθενά».


Την αρχή του τέλους σηματοδότησε το 1973

Ευτυχώς, ο αιματηρός ρεβανσισμός που πολλοί ανέμεναν παρέμεινε στη σφαίρα των ανησυχιών - εγχώριων και διεθνών. Στις επόμενες ημέρες φάνηκε ότι οι Βιετκόνγκ είχαν επιλέξει μια έξυπνη πολιτική συμφιλίωσης και ανοχής προς τα στελέχη του -προηγούμενου- καθεστώτος Θιέου, με τη βεβαιότητα ότι το «θηρίο» ήταν προ πολλού ξεδοντιασμένο: Εάν οι Βιετκόνγκ είχαν κερδίσει τον πόλεμο, αυτό οφειλόταν συν τοις άλλοις και στην απροθυμία μεγάλου αριθμού Νοτίων να πολεμήσουν υπέρ ενός καθεστώτος βαθύτατα διεφθαρμένου, μισητού, αλλά και ήδη εγκαταλελειμμένου από τους Αμερικανούς.

Στα τέλη Φεβρουαρίου του 1975 επισκέφθηκε το Νότιο Βιετνάμ ο Ρεπουμπλικάνος βουλευτής Πολ Μακ Κλόσκι, ο οποίος συνόψισε τις διαπιστώσεις του σε μια έκθεση προς τον πρόεδρο Φορντ: «Οι Βόρειοι εξακολουθούν να καταλαμβάνουν εδάφη, μολονότι υπολείπονται των Νοτίων σε όγκο στρατευμάτων και σε οπλισμό. Υπερέχουν όμως, εντυπωσιακά, ως προς την επιθετικότητα, τη θέληση, την αίσθηση του σκοπού».

Πώς θα μπορούσαν, όμως, να μην έχουν έτσι τα πράγματα; Οι Βιετκόνγκ που ταπείνωσαν τις ίδιες τις ΗΠΑ αναγκάζοντάς τες να αποσύρουν τα στρατεύματά τους από τα πεδία το μαχών, δεν θα κατατρόπωναν στη συνέχεια τους Νότιους, με το καταρρακωμένο ηθικό;

Ήταν Δευτέρα, 29 Ιανουαρίου 1973, όταν υπογράφηκαν οι ειρηνευτικές συμφωνίες του Παρισιού, ανάμεσα στους εκπροσώπους των ΗΠΑ, του Νότιου Βιετνάμ και του Βόρειου Βιετνάμ. Ήταν Πέμπτη, 29 Μαρτίου 1973, όταν οι τελευταίοι Αμερικανοί στρατιώτες εγκατέλειψαν τη χώρα. Παρέμειναν χιλιάδες Αμερικανοί σύμβουλοι, ή «υποτιθέμενοι σύμβουλοι», σύμφωνα με το Ανόι.

Τις συμφωνίες του Παρισιού τις παραβίασαν αμφότερες οι πλευρές- και η Σαϊγκόν και το Ανόι. Ο πόλεμος συνεχίστηκε. Η τελική έκβασή του, προδιαγεγραμμένη από το '73 αν όχι και νωρίτερα, υπογράμμισε την παταγώδη αποτυχία πρωτίστως των υπολογισμών που είχε κάνει η Ουάσινγκτον. Από τον πρόεδρο Λίντον Τζόνσον, ο οποίος το 1963 «έριξε» τις ΗΠΑ σε αυτόν τον πόλεμο, μέχρι τον Ρίτσαρντ Νίξον που πίστευε ότι το Νότιο Βιετνάμ θα μπορούσε να διαδραματίσει ρόλο τοποτηρητή των αμερικανικών συμφερόντων σε ολόκληρη τη Νοτιοανατολική Ασία.

Για να διαδραματίσει τέτοιο ρόλο ένα καθεστώς, θα έπρεπε να διαθέτει κάποια «έξωθεν καλή μαρτυρία». Το καθεστώς του Νότιου Βιετνάμ δεν ήταν απλώς βουτηγμένο στην οικογενειοκρατία, το δεσποτισμό και τα οικονομικά σκάνδαλα. Είχε καταγραφεί πλέον στην ευρύτερη περιοχή ως «τσιράκι των αποικιοκρατών»- πρώτα των Γάλλων, κατόπιν των Αμερικάνων.


Η «νεκρή» υστεροφημία του Τζόνσον κι ο Μοχάμεντ Άλι

Στον πόλεμο του Βιετνάμ σκοτώθηκαν 58.220 Αμερικανοί και πολλοί ακόμη σακατεύτηκαν, σωματικά, ψυχολογικά ή και τα δυο. Ο αριθμός των νεκρών Βιετναμέζων είναι σίγουρα τραγικά μεγάλος, αλλά απροσδιόριστος. Οι μακάβριοι υπολογισμοί αποκλίνουν πολύ μεταξύ τους- κυμαίνονται από το ένα εκατομμύριο μέχρι τα πέντε. Ενδεικτικό της σφοδρότητας της αμερικανικής επέμβασης είναι το συγκριτικό στοιχείο που παρατίθεται στο Ιστορικό Λεύκωμα της εφημερίδας «Καθημερινή», για το έτος 1968:

«Οι Αμερικανοί έχουν ρίξει ως το 1968 στο Νότιο Βιετνάμ περισσότερες βόμβες από όσες στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια ολόκληρου του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, ενώ το Βόρειο Βιετνάμ βομβαρδίζεται περισσότερο από όσο η Γερμανία και η Ιαπωνία κατά τη διάρκεια ολόκληρου του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου!». Κι η αμερικανική ανάμειξη στον πόλεμο διήρκεσε πέντε χρόνια ακόμη...

Υπάρχουν πολλές οπτικές γωνίες υπό τις οποίες μπορεί κανείς να δει και να προσμετρήσει τις συνέπειες του πολέμου στο Βιετνάμ- από τον ανταγωνισμό των δυο υπερδυνάμεων την εποχή εκείνη, μέχρι τις ιδεολογικές και πολιτικές παραμέτρους σε Ευρώπη και Βόρειο Αμερική. Στις ίδιες τις πολιτικές ελίτ των ΗΠΑ, ο «βρόμικος πόλεμος» προκάλεσε ... τα πάντα. Απομυθοποίηση, σκεπτικισμό, φαινόμενα «Μαγδαληνών» που μετανόησαν και φυσικά το άγχος της επανάκτησης του χαμένου κύρους. Σε κάθε ένα από όλα αυτά, αντιστοιχεί ένα προβεβλημένο πρόσωπο της αμερικανικής πολιτικής.

Απομυθοποίηση: Λίντον Τζόνσον. Φιλοδοξούσε να μείνει στην Ιστορία ως ο πρόεδρος που μερίμνησε όσο κανείς άλλος για την άμβλυνση των φυλετικών διακρίσεων στις ΗΠΑ. Κατόρθωσε να μείνει στην Ιστορία κυρίως ως «ο πρόεδρος του βρόμικου πολέμου». Το δυστύχημα - και η ειρωνεία, ταυτόχρονα- για την υστεροφημία του Τζόνσον ήταν πως το Βιετνάμ επανέφερε στο προσκήνιο το ρατσιστικό ζήτημα, με τρόπο ο οποίος ... καταχώνιασε στη συλλογική λήθη το θεσμικό έργο που λογικά θα πιστωνόταν ο ίδιος.

Ενδεικτική αυτής της σύμφυσης Βιετνάμ - φυλετικού ζητήματος ήταν η δήλωση που έκανε ο Μοχάμεντ Άλι, όταν αρνήθηκε να καταταγεί στο στρατό: «Δεν έχω τίποτα να χωρίσω με τους Βιετκόνγκ και σε τελική ανάλυση δεν με αποκαλούν αυτοί σκυλάραπα...». Λιγότερο φημισμένη, αλλά ... βιτριολική ήταν η ρήση του σκηνοθέτη Τζέρομ Ράγκνι: «Ξέρετε τι σημαίνει επιστράτευση για το Βιετνάμ; Σημαίνει ότι οι λευκοί στέλνουν μαύρους, να σκοτώσουν τους κίτρινους, για να προστατεύσουν τα συμφέροντα της χώρας που έκλεψαν από τους κόκκινους (σ. σ. ερυθρόδερμους)».


Νίκη να είναι - κι ας είναι στη ... Γρενάδα!

Σκεπτικισμός: Ακόμη κι ο Χένρι Κίσινγκερ σταμάτησε για λίγο να αναλύει τη σκακιέρα της διεθνούς πολιτικής και να ... οργανώνει πραξικοπήματα («η ατζέντα μου είναι γεμάτη, δεν θα γίνει σύντομα άλλο πραξικόπημα» είπε κάποτε με αυτάρεσκο κυνισμό) και άρχισε να εστιάζει σε ζητήματα τέχνης του πολέμου: «Στο Βιετνάμ ξεχάσαμε ότι οι αντάρτες κερδίζουν όταν δεν χάνουν, εν αντιθέσει προς τον τακτικό στρατό που χάνει όταν δεν κερδίζει».

Μεταμέλεια: Πιο χαρακτηριστική φιγούρα, ο Ρόμπερτ Μακναμάρα. Υπουργός Άμυνας από το 1961 έως το 1968, πρόσωπο ταυτισμένο με τον «βρόμικο πόλεμο», κάποτε χρειάστηκε να κρυφτεί σε υπόγεια τούνελ για να ξεφύγει από εξαγριωμένους φοιτητές που τον καταδίωκαν. Εκ των υστέρων χαρακτήρισε «μεγάλο λάθος» τον πόλεμο του Βιετνάμ, έγραψε μάλιστα και σχετικό βιβλίο που κυκλοφόρησε το 1995. Είπε κάποτε στο περιοδικό «Time» ότι διέταξε τον τρομακτικών διαστάσεων βομβαρδισμό του Βόρειου Βιετνάμ, χωρίς να πιστεύει ότι θα τελεσφορούσε. Γιατί τότε πήρε την ευθύνη; «Επειδή, πρώτον, έπρεπε να αποδειχθεί ότι δεν θα είχε αποτέλεσμα και επειδή κάποιοι άλλοι πίστευαν το αντίθετο».

Άγχος ανάκτησης κύρους: Κάπου εδώ συναντάμε τον πρόεδρο Ρόναλντ Ρίγκαν. Για να απαλλάξει τη χώρα από το κόμπλεξ που της «κληροδότησε» η ήττα στο Βιετνάμ, ελλείψει άλλων ... ευκαιριών, τον Οκτώβριο του 1983 έδωσε εντολή να γίνει στρατιωτική εισβολή σε ένα μικροσκοπικό νησάκι της Καραϊβικής, τη Γρενάδα των 110.000 κατοίκων! Νησί ανύπαρκτης γαιο- στρατηγικής σημασίας, στο οποίο οι ΗΠΑ επιτέθηκαν επικαλούμενες «λόγους» που προκάλεσαν παγκόσμια θυμηδία...

Μόνο ως ανέκδοτο ήχησαν τα λόγια του Ρίγκαν, τον Μάρτιο του 1983, ότι η Γρενάδα ... απειλούσε τα συμφέροντα των ΗΠΑ. Έπρεπε, όμως, να βρεθεί και μια αφορμή, εκεί στη Γρενάδα. Ε, βρέθηκε: Ο αριστερός πρωθυπουργός Μορίς Μπίσοπ ανετράπη από τον επίσης αριστερό αντιπρόεδρο Μπέρναρντ Κόαρντ και τον - τρίτο αριστερό- Χάντσον Όστιν, αρχηγό των ενόπλων δυνάμεων.

Αίφνης ο πρόεδρος Ρίγκαν ανακάλυψε ότι ... αγαπούσε τον μαρξιστή πρόεδρο περισσότερο από τους άλλους δυο μαρξιστές κι έστειλε πεζοναύτες να αποκαταστήσουν τη ... σοσιαλιστική τάξη του συντρόφου Μπίσοπ. Όχι, οι πεζοναύτες δεν τραγουδούσαν τη «Διεθνή»...

Η Ουάσινγκτον χρειαζόταν μια στρατιωτική «νίκη» έπειτα από το Βιετνάμ, έστω κι αν αυτή θα ήταν πιο εύκολη κι από κλέψιμο εκκλησίας. Με λιλιπούτειο αντίπαλο, άνευ λόγου και αιτίας...


«Χάσαμε τον πόλεμο για τρεις φωτογραφίες...»

Τεράστια ήταν όμως η αλλαγή που επέφερε το Βιετνάμ σε έναν άλλον τομέα: Στον τρόπο της δημοσιογραφικής κάλυψης των πολέμων. Από τον «βρόμικο πόλεμο» κι εντεύθεν, οι στρατιωτικές συρράξεις αμερικανικού ενδιαφέροντος έμελλε να διεξάγονται στο μισοσκόταδο...

«Στο Βιετνάμ χάσαμε εξ αιτίας τριών φωτογραφιών, αλλά να ξέρετε ότι δεν πρόκειται να κάνουμε τα ίδια λάθη», έλεγε χαρακτηριστικά Αμερικανός αξιωματούχος το 1991, όταν άρχιζε ο Πόλεμος στον Κόλπο. Ποιες φωτογραφίες εννοούσε; Τις πασίγνωστες- εκείνες που έγιναν «σήματα κατατεθέντα» του αντιπολεμικού κινήματος, παγκοσμίως, αλλά και στις ίδιες τις ΗΠΑ. Εκείνες που συγκλόνισαν την υφήλιο.

Το γυμνό, μικρό κορίτσι που έτρεχε κλαίγοντας, ενώ πίσω του «έσκαγαν» βόμβες ναπάλμ (1972). Το πρόσωπο του νεαρού αιχμάλωτου Βιετκόνγκ, την ώρα που τον πυροβολούσε στο κεφάλι ο ταξίαρχος της νοτιοβιετναμικής αστυνομίας, Νγκουγέν Νγκονκ Λοάν (1η Φεβρουαρίου 1968). Τα γυναικόπαιδα του χωριού Μέι Λάι που σπάραζαν λίγο πριν εκτελεστούν εν ψυχρώ από τους Αμερικανούς στρατιώτες του υπολοχαγού Κάλεϊ (Μάρτιος 1968). Την ανάλογη σφαγή αμάχων σε χωριό της περιοχής Πλεϊκού (Νοέμβριος 1967).

Όντως, οι Αμερικανοί δεν θα διέπρατταν ποτέ το ίδιο «λάθος». Η «νέα εποχή» άρχισε το Δεκέμβριο του 1989, με την εισβολή των αμερικανικών στρατευμάτων στον Παναμά - την ...26η των ΗΠΑ στη συγκεκριμένη χώρα. Το τι ακριβώς συνέβη εκεί, μαθεύτηκε αργότερα. Κατά τις κρίσιμες ώρες και ημέρες, ήταν αδύνατον να αντιληφθούν τι συνέβαινε οι τηλεθεατές του CNN, του ABC και του CBS. Οι Αμερικανοί βομβάρδισαν όσες συνοικίες της Πόλης του Παναμά θεωρούσαν προπύργια αντίστασης - εκατόμβες προκάλεσαν κυρίως στις γειτονιές Ελ Τσορίγιο και Σαν Μιγκελίτο. Άφησαν πίσω τους 3.400 - 4.000 νεκρούς. Όλα αυτά, υπό πλήρη ... δημοσιογραφική εχεμύθεια.


Αιματηρή λογοκρισία στον Παναμά, «βελούδινη» στο Ιράκ

Άνετα λοιπόν οι ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ ανακοίνωσαν στις 26 Δεκεμβρίου 1989 ότι σκοτώθηκαν μόλις ... 293 γηγενείς κι άλλοι 123 τραυματίστηκαν. Δοθέντος ότι οι Αμερικανοί ανακοίνωσαν 23 νεκρούς και 330 τραυματίες -ήτοι 353 που έχασαν ζωή ή σωματική ακεραιότητα, έναντι μόλις ...416 Παναμέζων- είναι απορίας άξιο πώς δεν έκαναν και δεύτερη εισβολή, για να απαντήσουν στους ... απάνθρωπους ντόπιους!

Η απόκρυψη των γεγονότων, όμως, απαιτούσε κι ορισμένες δημοσιογραφικές «παράπλευρες απώλειες»: Πεζοναύτες διέλυσαν τα γραφεία του ισπανικού πρακτορείου ειδήσεων EFE που έστελνε «ενοχλητικές» ανταποκρίσεις και σκότωσαν τον φωτορεπόρτερ της «El Pais», Χουάντσου Ροντρίγκεζ. Η απεσταλμένη της ισπανικής εφημερίδας, Μαρούχα Τόρες, αργότερα διηγήθηκε:

«Οι Αμερικανοί πυροβολούσαν αδιακρίτως, θεωρώντας οποιονδήποτε περαστικό μέλος των 'Ταξιαρχιών Αξιοπρέπειας' του Νοριέγκα, ανεξαρτήτως του αν αυτός κρατούσε λευκή σημαία, έδειχνε τη δημοσιογραφική του ταυτότητα ή κουβαλούσε φωτογραφικές μηχανές».


Η Τόρες περιέγραψε ως εξής τη σκηνή του φόνου του συναδέλφου της:

«Δεν υπήρχε ούτε ένας Παναμέζος στρατιώτης στη γύρω περιοχή. Τους είχαμε γνωστοποιήσει τη δημοσιογραφική μας ιδιότητα. Είχαμε βγει από το αυτοκίνητο και είχαμε προχωρήσει καμιά δεκαριά μέτρα για να κάνουμε τη δουλειά μας. 'Δρόμο' μας φώναξαν οι Αμερικάνοι στρατιώτες. Τρέξαμε προς το αυτοκίνητό μας, εμφανίστηκαν δυο αμερικάνικα τανκς ακολουθούμενα από δυο φορτηγά, γεμάτα στρατιώτες. Τα τανκς άρχισαν να βομβαρδίζουν το ξενοδοχείο μας, οι στρατιώτες πυροβολούσαν. Εμείς που είχαμε ήδη πέσει στο χώμα είδαμε κάποιον να σωριάζεται...» Ήταν ο Ροντρίγκεζ. Ξεψύχησε κουλουριασμένος πάνω στη φωτογραφική μηχανή.

Το 1991 δεν χρειάστηκε να «σωφρονιστούν» οι δημοσιογράφοι, ούτε να εξαναγκαστούν με αιματηρό τρόπο να μείνουν μακριά από ενοχλητικές σκηνές. Ο νόμος του ... .Ντικ Τσένι, του Αμερικανού υπουργού Άμυνας, τους είχε εξουδετερώσει, προτού καν φθάσουν στον Κόλπο!

Οι πολεμικοί ρεπόρτερ μειώθηκαν δραματικά και υποτάχθηκαν στο δόγμα: Τυπικά «ανταποκριτής », αλλά ποτέ κριτής. Κινούνταν υπό το βλέμμα ενός κέρβερου επόπτη αξιωματικού. Τα άρθρα των εφημερίδων στις ΗΠΑ λογοκρίνονταν ασυστόλως, όπως παραδέχθηκε ο τότε υπουργός Τύπου, Μάρτιν Φιτζγουότερ Οι εικόνες που κατέκλυζαν τους τηλεοπτικούς δέκτες όλου του κόσμου δεν κατέγραφαν οδύνη, όλεθρο, ανθρώπινες απώλειες, πτώματα αμάχων. Λες και όλα ήταν μια ανταλλαγή .πυροτεχνημάτων και μάλιστα ηπιότερη εκείνης που χαρακτηρίζει το ελληνικό Πάσχα! Λες και επρόκειτο για .πυγολαμπίδες που ομόρφαιναν τις νύκτες της Βαγδάτης.


Οι «ενσωματωμένοι» κι ο ... εκδικητής Τσακ Νόρις

Ο δεύτερος πόλεμος στο Ιράκ, από το 2003, καθιέρωσε τον εύγλωττο όρο «ενσωματωμένοι δημοσιογράφοι». Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν το εξής: Πως κι εκείνα ακόμη τα συμβάντα που «βγήκαν στη φόρα» με αρκετή καθυστέρηση, όπως πχ περιπτώσεις ελικοπτέρων που «γάζωναν» ανυποψίαστους περαστικούς ή τα βασανιστήρια στις φυλακές του Αμπου Γκράιμπ, πιθανότατα δεν θα είχαν δημοσιοποιηθεί εάν δεν φρόντιζαν για αυτό ορισμένοι ψηλά ιστάμενοι. Εκπρόσωποι τμημάτων της αμερικανικής ελίτ που επιθυμούσαν να ξεμπερδεύει η χώρα με τον πόλεμο στο Ιράκ, αλλά και με τον Μπους.

Κάποια στιγμή το Διεθνές Ινστιτούτο Τύπου ζήτησε από τον Κόλιν Πάουελ να πάψει το Στέιτ Ντιπάρτμεντ να πιέζει τόσο αφόρητα για την μετατροπή του Αλ Τζαζίρα σε ...ΦΕΚ του Πενταγώνου. Κάλλιστα θα μπορούσε να εκληφθεί ως απάντηση μια ρήση του Τσόρτσιλ, την οποία θυμήθηκε και «ενέκρινε» με μεγάλη προθυμία ο τότε Αμερικανός υπουργός Άμυνας, Ντόναλντ Ράμσφελντ: «Στον πόλεμο η αλήθεια είναι τόσο πολύτιμη, ώστε πάντα θα πρέπει να συνοδεύεται από μια σωματοφυλακή ψεμάτων!». Στο Βιετνάμ ... είχαν ξεφύγει αρκετές δόσεις αλήθειας.

Ο πόλεμος στο Βιετνάμ άφησε έντονα αποτυπώματα στη μουσική. Ευδιάκριτα είναι αυτά, από τους καλλιτέχνες της γενιάς του Γούντστοκ μέχρι τους στίχους του «Born In the USA» (1984) του Bruce Springsteen, του «Gung Ho» (2000) της Patti Smith και άλλων. Κορυφαίοι σκηνοθέτες άντλησαν έμπνευση από τον «βρόμικο πόλεμο» - ειδικά το «Αποκάλυψη, Τώρα» του Κόπολα δικαίως συγκαταλέγεται στις καλύτερες ταινίες, όλων των εποχών. Ακόμη και στις κωμωδίες βρίσκει τρόπο να εισέρχεται το Βιετνάμ. Χαρακτηριστική η σκηνή από το «Ένα ψάρι που το έλεγαν Γουάντα», με τον Αμερικανό ο οποίος ωρυόταν: «Δεν χάσαμε στο Βιετνάμ. Ισοπαλία ήρθαμε!».

Στον κινηματογράφο βεβαίως «μάχεται» κι ο Τσακ Νόρις. Ο άνθρωπος που δεν βολεύεται με ... ισοπαλίες και ο οποίος κάποτε είπε ότι του προκαλούν αηδία όσοι Αμερικανοί πιστεύουν πως οι ΗΠΑ δεν είχαν απόλυτο δίκιο στον πόλεμο εκείνο, αλλά και κάθε λόγο να αναμειχθούν.

Ο Τσακ Νόρις φροντίζει λοιπόν οι ΗΠΑ να ... παίρνουν τη ρεβάνς, έστω και επί οθόνης. Με αυτόν ήρωα, φυσικά. Μπορεί κανείς να αντιδιαστείλει τα ... αριστουργήματά του με τη φράση του ανώνυμου στρατιώτη που πολέμησε, τότε, εκεί: «Αν είχα μια φάρμα στο Βιετνάμ και ένα σπίτι στην Κόλαση, θα πούλαγα τη φάρμα και θα γύριζα σπίτι»..


Πηγή: «Καλύτερα ένα σπίτι στην κόλαση παρά μια φάρμα στο Βιετνάμ...» - RAMNOUSIA 

0 σχόλια:

Blogger Template by Clairvo