Πολλές μαντινάδες υμνούν την αγαπημένη. Έτσι, μια μαντινάδα λέει:
-
- Μοσχοκανελοκόκκαλη, κανελοζυμωμένη
- Γαρεφαλοχνωτάτη κι ακριβαναθρεμμένη[1].
Επίσης, μπορεί να εκφράζει θαυμασμό για τη χάρη και την αβρότητά της:
-
- Άσπρης μυρθιάς μυρτόφυλλο/πράσινης δάφνης φύλλο,
- Στρογγυλομηλοπρόσωπη κι εθάμπωσες τον ήλιο.
Εξάλλου, μπορεί να γίνεται έπαινος και για το σαγηνευτικό της βλέμμα:
-
- Μάθια ζαχαροξάνοιχτα, ζαχαροπαιγνιδάτα
- Που χαμηλοξανοίγετε και γνέφετε κλεφτάτα.
Άλλοτε εκφράζονται οι μυστικοί πόθοι του ερωτευμένου:
-
- Για σένα καρυδαρρωστώ κι αμυγδαλοδιαβαίνω
- Και σταφυλομαραίνομαι κι ανθρώπου δεν το λέω.
Ακόμη, η μαντινάδα μπορεί να αποτελεί και όρκο αγάπης:
-
- Μες στη φωθιά να καίγωμαι, σαν το κερί να λιώνω,
- Άθος να γίνει το κορμί για σε, δε μετανιώνω.
Πολλές φορές στα δίστιχα εκφράζεται και το μαρτύριο των ερωτευμένων:
-
- Κλαίω, πονείς, πονώ και κλαις, κλαις και πονείς και κλαίω
- Και καίγομαι και κλαις εσύ, και καίγεσαι και κλαίω.
Προτρέπει και σε υπομονή:
-
- Ως έχεις την απομονή, έχε και την ολπίδα
- Με τον καιρό το γιασεμί αθεί και βγάνει φύλλα.
Ο πόνος του χωρισμού επίσης περιγράφεται πολλές φορές:
-
- Μισεύγεις, κλαίνε τα πουλιά, μαραίνονται τα δάση
- Άχι, τον έρμο τον καιρό, και πότε θα περάσει.
Άλλοτε είναι πρόκληση και πείσμα:
-
- Αγάπη δίχως πείσματα, δίχως καημό και πόνο
- Είναι αγάπη ψεύτικη, ψευθιάς αγάπη μόνο.
Άλλοτε γνωμικό:
-
- Μην τόνε κλαις τον αετό όπου πετά οντό βρέχει
- Μα κλαίγε το μικρό πουλί, οπού φτερά δεν έχει.
Άλλοτε πείραγμα ή αστεϊσμός:
-
- Ήμουνε κράχτης πετεινός κι εδά στα γεραθειά μου
- Να με τζιμπούν οι γι-όρνιθες δεν το βαστά η καρδιά μου.
-
-
-
-
ΠΗΓΗ - ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
0 σχόλια: